ΤΑ ΜΠΛΟΚΙΑ

Ειδήσεις και αναλύσεις από τη Λέσβο και την Ελλάδα με αριστερή ματιά!

Απόψεις Δεύτερο Θέμα

Αστικός και σοσιαλιστικός αθεϊσμός: Μια κρίσιμη διαμάχη

Ραφαήλ Παπαδόπουλος

Με αφορμή τις θρησκευτικές τελετουργίες των ημερών και τη συρροή ορισμένων πιστών στους τόπους λατρείας κατά παράβαση των σχετικών περιορισμών, πολλοί αριστεροί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξέφρασαν σε πολεμικό τόνο την αντίθεσή τους στο φαινόμενο ως πηγή αλλοτρίωσης και αποπροσανατολισμού από τα υλικά, απτά ζητήματα της καθημερινότητας. Ξεπερνώντας κατά πολύ την αυτονόητη ανάγκη προστασίας της δημόσιας υγείας, επιτέθηκαν σφόδρα στους πιστούς ως τέτοιους, υποτιμώντας τους και αμφισβητώντας ευθέως τη διανοητική τους ακεραιότητα. Κατά τη γνώμη μου, η στάση αυτή, που θα την ονομάζαμε «μαχητική αθεΐα», είναι βαθιά προβληματική και διαστρεβλωτική της στάσης της Αριστεράς απέναντι στη θρησκεία. Και εξηγούμαι.

Κατ’ αρχάς, από ιστο­ρι­κή σκο­πιά, το αί­τη­μα της εκ­κο­σμί­κευ­σης της εξου­σί­ας και ειδικότερα, σε θε­σμι­κό επί­πε­δο, του δια­χω­ρι­σμού εκ­κλη­σί­ας και κρά­τους, ανά­γε­ται στο φιλε­λεύ­θε­ρο δια­φω­τι­σμό και τις αστι­κές επα­να­στά­σεις του 18ου αιώνα (κυ­ρί­ως τη Γαλλική), που το έθε­σαν πρώτη φορά συ­στη­μα­τι­κά επί τά­πη­τος, ως απα­ραί­τη­τη προϋπόθεση της μετά­βα­σης από τη φε­ου­δαρ­χι­κή κοι­νω­νία της ελέω Θεού μο­ναρ­χί­ας, στο σύγ­χρο­νο αστι­κό κρά­τος, το θε­μέ­λιο του οποί­ου υπήρ­ξε, έστω και ρη­το­ρι­κά και όχι στην πράξη, η λαϊκή κυριαρ­χία. Γι’ αυτόν ακρι­βώς το λόγο, από πολύ νωρίς μεί­ζο­νες φιλελεύθεροι στοχαστές, όπως ο Λοκ και ο Σπι­νό­ζα, υπο­στή­ρι­ξαν απο­φα­σι­στι­κά την κρατική ανε­ξι­θρη­σκία ως κεντρικό πο­λι­τι­κό αί­τη­μα. Από την άλλη πλευ­ρά, η επα­να­στα­τι­κή μαρ­ξι­στι­κή αρι­στε­ρά και ο επι­στη­μο­νι­κός σο­σια­λι­σμός επι­κέ­ντρω­σε εξ’ αρχής στις αντιφάσεις της υλι­κής παραγω­γής εντός του κα­πι­τα­λι­σμού, που είναι αυτές που γεν­νούν την ανα­γκαιό­τη­τα και τη δυ­να­τό­τη­τα της υπέρ­βα­σής τους και του σο­σια­λι­στι­κού μετασχημα­τι­σμού της κοι­νω­νί­ας. Στα πλαί­σια αυτά, το θρη­σκευ­τι­κό συ­ναί­σθη­μα είναι μεν ση­μα­ντι­κό αλλά όχι κε­ντρι­κό επίδι­κο, αφού δεν απο­τε­λεί παρά το «στε­ναγ­μό των απελπισμέ­νων», με τα λόγια του Μαρξ, μια υπερφυσι­κή οδό δια­φυ­γής για την κοι­νω­νι­κή πλειο­ψη­φία από την κα­πι­τα­λι­στι­κή εκμετάλλευ­ση την οποία υφί­στα­ται.

Η ιστο­ρι­κή ιδιαι­τε­ρό­τη­τα του ελ­λη­νι­κού αστι­κού κοι­νω­νι­κού σχη­μα­τι­σμού είναι ότι από ιδρύ­σε­ως του, το 1830, η εκ­κλη­σία λει­τουρ­γεί στα­θε­ρά ως ιδε­ο­λο­γι­κός μη­χα­νι­σμός του κρά­τους, στη­ρί­ζο­ντας ατα­λά­ντευ­τα και με κάθε μέσο την κυ­ρί­αρ­χη τάξη κάθε φορά που η εξου­σία της απει­λή­θη­κε σο­βα­ρά ή λι­γό­τε­ρο σο­βα­ρά από τα με­σαία και κα­τώ­τε­ρα στρώματα που διεκ­δι­κού­σαν εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό και κοι­νω­νι­κή δι­καιο­σύ­νη (δι­κτα­το­ρία Μεταξά, Κα­το­χή, Εμ­φύ­λιος, Χού­ντα). Το ιδιαί­τε­ρο αυτό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό, η σύμ­φυ­ση θρησκευ­τι­κής-τα­ξι­κής εξου­σί­ας, που δε συ­να­ντά­ται σε άλλα ανε­πτυγ­μέ­να αστι­κά κράτη (π.χ Γαλ­λία), απο­τυ­πώ­νε­ται θε­σμι­κά στο κα­θε­στώς της επι­κρα­τού­σας θρη­σκεί­ας, που καθιερώνει ποί­κιλ­λα οι­κο­νο­μι­κά και άλλα προ­νό­μια για την Εκ­κλη­σία της Ελ­λά­δος. Αυτή η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα έχει δια­χρο­νι­κά οδη­γή­σει, και όχι άδικα, την ελ­λη­νι­κή αρι­στε­ρά στον τονισμό του κο­σμι­κού-αθεϊ­στι­κού στοι­χεί­ου ως όπλου στην αντι­πα­ρά­θε­ση με το κα­θε­στώς της επι­κρα­τού­σας θρη­σκεί­ας.

Αν και το αί­τη­μα του δια­χω­ρι­σμού εκ­κλη­σί­ας και κρά­τους στην Ελ­λά­δα έχει ιδιαί­τε­ρη βαρύτη­τα για τους λό­γους που ανέ­φε­ρα προη­γου­μέ­νως, πολ­λοί σύ­ντρο­φοι, ορ­γα­νω­μέ­νοι και ανέ­ντα­χτοι, κά­νουν ένα κρί­σι­μο λάθος: στην προ­σπά­θειά τους να αντι­τα­χθούν στην εκκλη­σία ως ορ­γα­νω­μέ­νο θεσμό ιδε­ο­λο­γι­κής και κοι­νω­νι­κής πει­θάρ­χη­σης και στα προ­νό­μια που έχει κα­το­χυ­ρώ­σει λόγω αυτής της θέσης, την ταυ­τί­ζουν με το θρη­σκευ­τι­κό συ­ναί­σθη­μα κα­θε­αυ­τό και τις πρα­κτι­κές του συ­νό­λου των απλών πι­στών, οδη­γού­με­νοι έτσι να υπερασπι­στούν τη «μα­χη­τι­κή αθεΐα», την επι­βο­λή της αθε­ΐ­ας εκ των άνω είτε ως κρα­τι­κού δόγ­μα­τος είτε ως κρα­τού­σας ηθι­κής. Πέρα από το γε­γο­νός ότι αυτή η θέση είναι εγ­γε­νώς αντι­φα­τι­κή ακυ­ρώ­νο­ντας την ουσία της αθε­ΐ­ας, δη­λα­δή την άρ­νη­ση κάθε δόγ­μα­τος και την από­λυ­τη ηθι­κή-πνευ­μα­τι­κή ελευ­θε­ρία, είναι και στρα­τη­γι­κά αδιέ­ξο­δη και, εν τέλει, αντιμαρ­ξι­στι­κή. Διότι αν, ακο­λου­θώ­ντας τον Μαρξ, αντι­με­τω­πί­σου­με τη θρη­σκεία ως «στεναγ­μό των απελ­πι­σμέ­νων», επι­φαι­νό­με­νο της κα­πι­τα­λι­στι­κής αλ­λο­τρί­ω­σης, δεν  εξαλεί­φου­με τη θρη­σκευ­τι­κή ανά­γκη στο­χο­ποιώ­ντας αυτό τον στε­ναγ­μό, το «όπιο του λαού», αλλά κα­ταρ­γώ­ντας τα κοι­νω­νι­κά-οι­κο­νο­μι­κά αίτια που τον προ­κα­λούν. Στη δε ελληνι­κή πε­ρί­πτω­ση, σε μία κατά τεκ­μή­ριο θρη­σκευό­με­νη κοι­νω­νία, εξο­μοιώ­νο­ντας τη θρησκευ­τι­κή ανά­γκη ως ανα­παλ­λο­τρί­ω­το αν­θρώ­πι­νο δι­καί­ω­μα με τον εκ­με­ταλ­λευ­τι­κό θεσμό που το κα­πη­λεύ­ε­ται, την εκ­κλη­σία, το μόνο που κα­τα­φέρ­νου­με είναι να ηρωοποιήσου­με τον αντι­δρα­στι­κό κλήρο και τη συ­ντη­ρη­τι­κή δεξιά ως τους μό­νους υπερασπι­στές του και, ακόμη χει­ρό­τε­ρα, να στή­νου­με μια ψευ­δε­πί­γρα­φη δι­χα­στι­κή αντιπαρά­θε­ση πι­στών-άθε­ων εμπο­δί­ζο­ντας την κοινή συ­στρά­τευ­σή τους απέ­να­ντι στους εκ­με­ταλ­λευ­τές τους. Αυτό το είχε κα­τα­λά­βει πολύ και ο Λένιν, ο οποί­ος, στο πε­ρί­φη­μο άρθρο του «Σο­σια­λι­σμός και Θρη­σκεία», ση­μεί­ω­νε πως στό­χος της σο­βιε­τι­κής εξου­σί­ας θα έπρε­πε να είναι να γίνει η θρη­σκεία «ατο­μι­κή υπό­θε­ση για το κρά­τος», δια­χω­ρί­ζο­ντας ορθά την αθεΐα ως κομ­μα­τι­κή-προ­πα­γαν­δι­στι­κή θέση, από την κρα­τι­κή πο­λι­τι­κή της από­λυ­της και θε­σμι­κά εγ­γυ­η­μέ­νης  ανε­ξι­θρη­σκί­ας.

Κλεί­νο­ντας, πι­στεύω ότι η λε­γό­με­νη «μα­χη­τι­κή αθεΐα», παρά την αυ­ξη­μέ­νη δη­μο­φι­λία της σε τμή­μα­τα της ελ­λη­νι­κής Αρι­στε­ράς, είναι μια εκ­χυ­δαϊ­σμέ­νη, αστι­κή και βα­θύ­τα­τα ιδεαλιστι­κή και αντι­δρα­στι­κή μορφή αθεϊ­σμού, στο μέτρο που τον αντι­με­τω­πί­ζει ως ανώτερη ηθική αρχή προς επι­βο­λή και όχι ως εν­δε­χό­με­νη και στα­δια­κή αλ­λα­γή νο­ο­τρο­πί­ας, αντα­νά­κλα­ση της απο­τί­να­ξης του εκ­με­ταλ­λευ­τι­κού ζυγού των κα­πι­τα­λι­στι­κών πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων. Με τον τρόπο αυτό, βα­σι­ζό­με­νη σε μία απο­σπα­σμα­τι­κή ανά­γνω­ση και κα­τα­νό­η­ση της μαρ­ξι­κής-μαρ­ξι­στι­κής ρι­ζο­σπα­στι­κής προ­σέγ­γι­σης της θρη­σκεί­ας, τη δια­στρε­βλώ­νει, ενι­σχύ­ο­ντας και στα­θε­ρο­ποιώ­ντας την αστι­κή ιδε­ο­λο­γι­κή ηγε­μο­νία και ευ­ρι­σκό­με­νη στον αντί­πο­δα της επα­να­στα­τι­κής σο­σια­λι­στι­κής θε­ω­ρί­ας και πρά­ξης, η οποία, αντι­λαμ­βα­νό­με­νη τον αθεϊ­σμό ως μέρος μιας σφαι­ρι­κής υλι­στι­κής κο­σμο­θε­ώ­ρη­σης, τον με­τα­τρέ­πει σε όπλο στον αγώνα για την  κοι­νω­νι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση και την οι­κου­με­νι­κή αν­θρώ­πι­νη ολοκλήρωση.